Το περιστέρι (αγριοπερίστερο) μαζί με την δεκαοχτούρα, το τρυγόνι και την φάσσα ανήκει στην οικογένεια των περιστεριδών, έχει γκριζογάλανο χρώμα, άσπρα πλευρά, ουρά που καταλήγει σε μια σκούρα γραμμή και φτερούγες με δύο μαύρες γραμμές. Το αρσενικό περιστέρι ονομάζεται γούτος, το θηλυκό περιστέρα και τα νεογέννητα πιτσούνια. Τα περισσότερα είδη περιστεριών μπορούν να ζήσουν 12-15 χρόνια και περνούν την ζωή τους ζευγαρωμένα με ένα ταίρι. Γεννούν 5-7 φορές το χρόνο ένα ή δύο αυγά. Η τροφή τους περιλαμβάνει κριθάρι, βρώμη, σιτάρι, καλαμπόκι, αγριόσπορους και ψίχουλα ψωμιού. Τα περιστέρια ζουν στην φύση σε γκρεμούς και βράχους φτιάχνοντας φωλιές από ξερά κλαράκια, ενώ στο αστικό περιβάλλον φωλιάζουν σε εσοχές κτιρίων όπου εκεί αποθέτουν τα αυγά τους, τα οποία φροντίζουν και οι δύο γονείς. Αν και αρχικά τα περιστέρια ζούσαν σε άγριο περιβάλλον, σταδιακά εγκαταστάθηκαν και προσαρμόστηκαν πολύ καλά στην ζωή των πόλεων. Ο συνολικός πληθυσμός των περιστεριών που ζουν στη φύση και σε αστικές περιοχές της Ευρώπης είναι 17-27 εκατομμύρια πουλιά.

Η δεκαοχτούρα είναι πτηνό που ανήκει στην οικογένεια των περιστεριδών, έχει χρώμα ανοιχτό γκρι και ένα χαρακτηριστικό μαύρο ημι-κολάρο στον αυχένα με λευκά περιθώρια πάνω και κάτω από αυτό. Ένα ζευγάρι δεκαοχτούρες γεννάει 3-6 φορές το χρόνο ένα ή δύο αυγά. Η τροφή τους αποτελείται από σπόρους (σιτάρι, καλαμπόκι, βρώμη, ηλιόσπορος) και μικρά έντομα (σκαθάρια, μύγες, σκουλήκια, μικρά μαλάκια, αφίδες κ.α.). Οι δεκαοχτούρες είναι κοινωνικά πουλιά, καθώς ζουν σε μικρές ή μεγάλες πόλεις κυρίως σε πάρκα, κήπους, καλώδια, στύλους, ψηλά δέντρα, στέγες σπιτιών και σε διάφορα κτίρια όπου υπάρχει εύκολη πρόσβαση σε τροφή. Οι δεκαοχτούρες της Ευρώπης προέρχονται από την Τουρκία, συγκεκριμένα από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Στην Ελλάδα, εγκαταστάθηκαν αρχικά στη Μακεδονία στις αρχές του 20ου αιώνα και σταδιακά εξαπλώθηκαν προς το νότο. Για παράδειγμα στην Κρήτη έφτασαν περίπου το 1985 και στη Κεφαλλονιά το 1990.

Η φάσσα είναι το μεγαλύτερο σε μέγεθος πτηνό από όλα τα είδη περιστεριών. Το πτηνό φάσσα έχει χρώμα γκρι-μπλε στο κεφάλι και στο πάνω μέρος του σώματος, δύο χαρακτηριστικά λευκά «μπαλώματα» δεξιά και αριστερά, κόκκινο ράμφος με πορτοκαλί προς κίτρινο άκρο, γκρι-μπορντό χρώμα του «κρασιού» σε λαιμό και στήθος, ενώ προς την κοιλιά και την ουρά το χρώμα του γίνεται πιο φωτεινό. Στην Ελλάδα οι φάσσες ζουν σε φυλλοβόλα δάση (κυρίως βελανιδιάς) σε μικτά ή κωνοφόρα δάση, σε ανοικτούς χώρους και αγρούς. Σπάνια, θα βρεθούν σε αστικές ή περιαστικές περιοχές, λόγω της έντονης θήρευσης. Οι φάσσες τρέφονται με βελανίδια, κάρυα οξιάς, σπόρους, δημητριακά, πράσινα φύλλα, βλαστούς και άνθη διαφόρων φυτών, μούρα, σύκα και άλλα φρούτα. Οι πληθυσμοί που συχνάζουν στις πόλεις ιδιαίτερα της Βόρειας Ευρώπης τρέφονται με ψωμί και άλλα προϊόντα αρτοποιίας και σπάνια με έντομα. Ο κύκλος ζωής τους είναι παρόμοιος με αυτό τον άλλων ειδών της οικογένειας των περιστεριδών.

Το τρυγόνι είναι περιστερόμορφο πτηνό της οικογενείας των περιστεριδών και αποτελεί το πιο μικρό και πιο λεπτό αγριοπερίστερο. Το κεφάλι και το στήθος του έχει χρώμα γκρι με ελαφριά κυανή απόχρωση, ενώ έχει χαρακτηριστικές πτέρυγες με μαύρα τριγωνικά στίγματα. Τα τρυγόνια τρέφονται κυρίως με σπόρους δημητριακών και κωνοφόρων δέντρων, μούρα, μανιτάρια, σπάνια με έντομα και μικρά σαλιγκάρια, ενώ σε αστικές περιοχές τρώνε ακόμη και ψωμί. Φωλιάζουν σε θάμνους, μικρά δένδρα, φράκτες και φυτείες, συνήθως σε χαμηλότερα σημεία από τα άλλα αγριοπερίστερα. Στην Ελλάδα, τα τρυγόνια έρχονται για να φωλιάσουν μόνο το καλοκαίρι και κυρίως στην βόρεια Ελλάδα.

Για να μάθετε περισσότερα για τα περιστέρια και την απομάκρυνσή του πατήστε εδώ